Ονομαστός έχει μείνει στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων ο Αρριχίων από τη Φιγαλία.
Ο αντίπαλός του του είχε κάνει μια επικίνδυνη λαβή στον λαιμό και κόντευε να τον πνίξει. Συγκεντρώνοντας τις τελευταίες δυνάμεις του έστριψε το πέλμα του αντιπάλου του και το
εξάρθρωσε.
Μέσα σε φοβερούς πόνους ο αντίπαλός του τέντωσε τον δείκτη του χεριού του για να δείξει ότι δέχεται την ήττα του.
Την ίδια στιγμή ξεψυχούσε και ο Αρριχίων. Αλλά, έστω και νεκρό, οι Ελλανοδίκες τον ανακήρυξαν Ολυμπιονίκη, μια και ο αντίπαλός του είχε "απαγορεύσει".
.
Ες αὐτὰἥκειςὈλύμπιακαὶτῶνἐνὈλυμπίᾳτὸκάλλιστον, τουτὶγὰρδὴἀνδρῶντὸπαγκράτιον, στεφανοῦταιδὲαὐτὸἈρριχίωνἐπαποθανὼντῇνίκῃκαὶστεφανοῖαὐτὸνοὑτοσὶἙλλανοδίκης— ἀτρεκὴςδὲπροσειρήσθωδιάτετὸἐπιμελεῖσθαιἀληθείαςδιάτετό, ὡςἐκεῖνοι, γεγράφθαι— στάδιόν[p. 348]τεἡγῆδίδωσινἐνἁπαλῇαὐλῶνικαὶἐσεχούσῃτοσοῦτον, καὶτὸτοῦἈλφειοῦνᾶμαἐξέρχεταικοῦφον— ταῦτάτοικαὶμόνοςποταμῶνἐπὶτῆςθαλάττηςὀχεῖται— κότινοίτεαὐτῷπαρατεθήλασινἐνγλαυκῷεἴδεικαλοὶκαὶκατὰτὴντῶνσελίνωνοὐλότητα. ταυτὶμὲνοὖνμετὰτὸστάδιονἐπισκεψόμεθακαὶπολλὰἕτερα, τὸδὲἔργοντοῦἈρριχίωνος, πρὶνἢπαύσασθαιαὐτό, σκοπῶμεν, ἔοικεγὰρμὴτοῦἀντιπάλουμόνον, ἀλλὰκαὶτοῦἙλληνικοῦκεκρατηκέναι: βοῶσιγοῦνἀναπηδήσαντεςτῶνθάκωνκαὶοἱμὲντὼχεῖρεἀνασείουσιν, οἱδὲτὴνἐσθῆτα, οἱδὲαἴρονταιἀπὸτῆςγῆς, οἱδὲτοῖςπλησίονἱλαρὸνπροσπαλαίουσι, τὰγὰροὕτωςἐκπληκτικὰοὐσυγχωρεῖτοῖςθεαταῖςἐντῷκαθεκτῷεἶναι. ἢτίςοὕτωςἀναίσθητος, ὡςμὴἀνακραγεῖνἐπὶτῷἀθλητῇ; μεγάλουγὰρδὴαὐτῷὑπάρχοντοςτοῦδὶςἤδηνικῆσαιτὰὈλύμπιαμεῖζοντοῦτονυνί, ὅτεκαὶτῆςψυχῆςαὐτὰκτησάμενοςἐςτὸντῶνὀλβίωνπέμπεταιχῶροναὐτῇκόνει. μὴδὲσυντυχίανοείσθωτοῦτο, σοφώταταγὰρπρουνοήθηκαὶτὸπάλαισματῆςνίκης: οἱπαγκρατιάζοντες, ὦπαῖ, κεκινδυνευμένῃπροσχρῶνταιτῇπάλῃ, δεῖγὰραὐτοῖςὑπτιασμῶντε, οἳμήεἰσινἀσφαλεῖςτῷπαλαίοντι, καὶσυμπλοκῶν, ἐναἷςπεριγίγνεσθαιχρὴοἷονπίπτοντα, δεῖδὲαὐτοῖςκαὶτέχνηςἐςτὸἄλλοτεἄλλωςἄγχειν, οἱδὲαὐτοὶκαὶσφυρῷπροσπαλαίουσικαὶτὴνχεῖραστρεβλοῦσι, προσόντοςτοῦπαίεινκαὶἐνάλλεσθαι: ταυτὶγὰρτοῦπαγκρατιάζεινἔργαπλὴντοῦδάκνεινκαὶὀρύττειν. Λακεδαιμόνιοιμὲνοὖνκαὶταῦτανομίζουσινἀπογυμνάζοντες, οἶμαι, ἑαυτοὺςἐςτὰςμάχας, Ἠλεῖοιδὲκαὶοἱἀγῶνεςταυτὶμὲνἀφαιροῦσι, τὸδὲἄγχεινἐπαινοῦσιν. ὅθεντὸνἈρριχίωνα[p. 349]μέσονἤδηᾑρηκὼςὁἀντίπαλοςἀποκτεῖναιἔγνωκαὶτὸνμὲνπῆχυντῇδειρῇἐνέβαλενἀποφράττωναὐτῷτὸἆσθμα, τὰσκέληδὲτοῖςβουβῶσινἐναρμόσαςκαὶπεριδιείραςἐςἑκατέρανἀγκύληνἄκρωτὼπόδετῷμὲνπνίγματιἔφθηαὐτὸνὑπνηλοῦτοῦἐντεῦθενθανάτουτοῖςαἰσθητηρίοιςἐντρέχοντος, τῇδὲἐπιτάσειτῶνσκελῶνἀνειμένῃχρησάμενοςοὐκἔφθητὸνλογισμὸντοῦἈρριχίωνος: ἐκλακτίσαςγὰρτὸνταρσὸντοῦποδὸςἈρριχίων, ὑφ᾽οὗἐκινδύνευεναὐτῷτὰδεξιὰκρεμαννυμένηςἤδητῆςἀγκύληςἐκεῖνονμὲνσυνέχειτῷβουβῶνιὡςοὐκέτ᾽ἀντίπαλον, τοῖςδέγεἀριστεροῖςἐνιζήσαςκαὶτὸπερὶτὸἄκροντοῦποδὸςἐναποκλείσαςτῇἀγκύλῃοὐκἐᾷμένειντῷσφυρῷτὸνἀστράγαλονὑπὸτῆςἐςτὸἔξωβιαίουἀποστροφῆς, ἡγὰρψυχὴἀπιοῦσατοῦσώματοςἀδρανὲςμὲναὐτὸἐργάζεται, δίδωσιδὲαὐτῷἰσχύεινἐςὃἀπερείδεται. γέγραπταιδὲὁμὲνἀποπνίξαςνεκρῷεἰκάσαικαὶτὸἀπαγορεῦονἐπισημαίνωντῇχειρί, ὁδὲἈρριχίωνὅσαοἱνικῶντεςγέγραπται, καὶγὰρτὸαἷμαἐντῷἄνθεικαὶὁἱδρὼςἀκραιφνὴςἔτι, καὶμειδιᾷ, καθάπεροἱζῶντες, ἐπειδὰννίκηςαἰσθάνωνται.
ΠΗΓΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ